Ρώσος αναρχικός στοχαστής, ο οποίος διατύπωσε μία παραλλαγή της αναρχικής θεωρίας, γνωστής ως «αναρχο-κομουνισμός». Θεωρούσε ότι ο καπιταλισμός δημιουργούσε φτώχεια και τεχνητή σπανιότητα των αγαθών, ενώ προωθούσε την ανισότητα μεταξύ των ανθρώπων. Πίστευε σε μία κομμουνιστική κοινωνία, χωρίς κράτος, αποκεντρωμένη και βασισμένη στην αλληλοβοήθεια και την εθελοντική οργάνωση των εργατών. Αν και διακρίθηκε σε ποικίλους επιστημονικούς τομείς, από τη ζωολογία και τη γεωγραφία, ως την κοινωνιολογία και την ιστορία, περιφρόνησε την υλική επιτυχία, προς χάρη της ζωής του επαναστάτη.
Ο αριστοκρατικής καταγωγής Πιοτρ Αλεξέγεβιτς Κροπότκιν (Pyotr Kropotkin) γεννήθηκε στις 27 Νοεμβρίου 1842 (9 Δεκεμβρίου 1842 με το Γρηγοριανό ημερολόγιο) στη Μόσχα. Ήταν γιος του πρίγκιπα του Σμολένσκ, Αλεξέι Πέτροβιτς Κροπότκιν, ο οποίος διέθετε μεγάλα τσιφλίκια και 1200 δουλοπάροικους στη δούλεψή του. Η μητέρα του ήταν κόρη Κοζάκου στρατηγού. Το 1857, σε ηλικία 14 ετών, εντάχθηκε στο επίλεκτο σώμα των Ακολούθων, το οποίο προετοίμαζε τα παιδιά της ρωσικής αριστοκρατίας για στρατιωτική καριέρα. Παρέμεινε στην Αγία Πετρούπολη, όπου έδρευε η στρατιωτική αυτή σχολή, έως το 1862, οπότε εντάχθηκε στον ρωσικό στρατό. Τα χρόνια της μαθητείας του, εκτός από τη σκληρή έως απάνθρωπη στρατιωτική εκπαίδευση, μελέτησε κατά μόνας τους Γάλλους εγκυκλοπαιδιστές και τη γαλλική ιστορία, ενώ ήρθε σε επαφή με τα φιλελεύθερα πνεύματα που έκαναν έντονη την παρουσία τους εκείνη την περίοδο στη Ρωσία. Εκτιμούσε την απόφαση του τσάρου Αλέξανδρου Β’ να καταργήσει τη δουλεία το 1861, αλλά αμφισβητούσε τη «φιλελεύθερη φήμη» που τον ακολουθούσε.
Από το 1862 έως το 1867 υπηρέτησε ως αξιωματικός στη Σιβηρία. Παράλληλα με τα στρατιωτικά του καθήκοντα μελέτησε την πανίδα της περιοχής και επιδόθηκε σε γεωγραφικές έρευνες. Την περίοδο της παραμονής του στη Σιβηρία μελέτησε τα βιβλία του Γάλλου αναρχικού Πιερ-Ζοζέφ Προυντόν, του Άγγλου φιλελεύθερου στοχαστή Τζον Στιούαρτ Μιλ και του συμπατριώτη του διανοούμενου Αλεξάντερ Χέρτζεν, του «πατέρα του ρωσικού σοσιαλισμού», όπως αποκλήθηκε. Αυτές οι πνευματικές αναζητήσεις του, σε συνδυασμό με τις εμπειρίες του από την κατάσταση των αγροτών στη Σιβηρία, τον οδήγησαν να διακηρύξει το 1872 ότι είναι αναρχικός.
Το 1867 παραιτήθηκε από τον στρατό, γεγονός που δυσαρέστησε τον πατέρα του, ο οποίος τον αποκλήρωσε. Γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης για σπουδές στα μαθηματικά και παράλληλα συνέχιζε τις γεωγραφικές του έρευνες στη Σουηδία και τη Φιλανδία, με έξοδα της Ρωσικής Γεωγραφικής Υπηρεσίας. Τα πορίσματα των ερευνών του τού εξασφάλισαν αμέσως αναγνώριση και του άνοιξαν τον δρόμο για μια λαμπρή επιστημονική καριέρα. Ωστόσο, το 1871 αρνήθηκε τη θέση του γενικού γραμματέα της Ρωσικής Γεωγραφικής Εταιρείας και αφού αποποιήθηκε τον τίτλο του πρίγκιπα, που κατείχε κληρονομικά, αφιέρωσε τη ζωή του στους σκοπούς της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Το 1872 επισκέφθηκε την Ελβετία κι έγινε μέλος της Διεθνούς Ένωσης Εργατών (IWA), γνωστή και ως Πρώτη Διεθνής. Γρήγορα, όμως, απέρριψε τον σοσιαλισμό της Πρώτης Διεθνούς, όταν γνώρισε τους Ελβετούς ωρολογοποιούς της ορεινής περιοχής του Γιούρα, των οποίων οι εθελοντικές ενώσεις αλληλοϋποστήριξης απέσπασαν τον θαυμασμό του. Κατά την επάνοδό του στη Ρωσία προσχώρησε σε μια επαναστατική ομάδα, τον Κύκλο του Τσαϊκόφσκι, που έκανε προπαγάνδα μεταξύ των αγροτών και εργατών στην Αγία Πετρούπολη και τη Μόσχα.
Τον Μάρτιο του 1874 συνελήφθη για ανατρεπτική δράση και κλείστηκε στη φυλακή. Εξαιτίας της αριστοκρατικής καταγωγής του εξασφάλισε μία σειρά από προνόμια, μεταξύ των οποίων, η συνέχιση του επιστημονικού του έργου. Το καλοκαίρι του 1876, λίγο πριν από τη δίκη του, δραπέτευσε με τη βοήθεια των φίλων του. Την ίδια νύχτα διασκέδασε με τους συνεργούς φίλους του σε πολυτελές εστιατόριο της Αγίας Πετρούπολης, πιστεύοντας ορθά ότι η αστυνομία δεν θα τον αναζητήσει εκεί. Την επομένη ημέρα επιβιβάστηκε σε πλοίο, με προορισμό την Αγγλία. Έπειτα από σύντομη παραμονή στο Χαλ, επέστρεψε στην Ελβετία και το 1878 ανέλαβε τη διεύθυνση της εφημερίδας των γνώριμών του ωρολογοποιών του Γιούρα Le Révolté (Ο Επαναστάτης) και παράλληλα εξέδιδε διάφορα επαναστατικά φυλλάδια.
Μετά τη δολοφονία του τσάρου Αλέξανδρου Β’ (1 Μαρτίου 1881) από τον ναρόντνικο Νικολάι Ρισάκοφ, απελάθηκε μετά από αίτημα της ρωσικής κυβέρνησης. Μετοίκησε στη Γαλλία, όπου συνελήφθη και παρέμεινε στη φυλακή για τρία χρόνια, με τις κατηγορίες της επαναστατικής δραστηριότητας. Αποφυλακίστηκε το 1886 κι εγκαταστάθηκε στην Αγγλία, όπου παρέμεινε τα επόμενα τριάντα χρόνια.
Κατά τη διάρκεια της εξορίας του, ο Κροπότκιν συνέγραψε σειρά βιβλίων, με στόχο -όπως συχνά παρατηρούσε- να θέσει τον αναρχισμό σε επιστημονική βάση. Τα σπουδαιότερα είναι Η κατάκτηση του Ψωμιού (1892), Αγροί, Εργοστάσια, Εργαστήρια (1899) και Αμοιβαία Βοήθεια (1902). Στο τελευταίο, το οποίο θεωρείται το αριστούργημά του, ισχυρίζεται ότι παρά τη δαρβινική θεωρία για την επιβίωση του ισχυροτέρου, η συνεργασία παρά η σύγκρουση αποτελεί τον κύριο παράγοντα της εξέλιξης των ειδών. Με την παράθεση παραδειγμάτων αποδεικνύει ότι η κοινωνικότητα αποτελεί το κυρίαρχο χαρακτηριστικό σε κάθε βαθμίδα του ζωικού βασιλείου. Μεταξύ των ανθρώπων διαπιστώνει ότι η αλληλοβοήθεια αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση. Θεωρεί ότι η τάση της σύγχρονης ιστορίας κλίνει προς αποκεντρωμένες, συνεργατικές κοινωνίες, στις οποίες οι άνθρωποι θα είναι δυνατόν να αναπτύξουν τις δημιουργικές τους ικανότητες χωρίς την παρέμβαση του κράτους.
Στη θεωρία του αναρχο-κομουνισμού, βάσει της οποίας η ατομική ιδιοκτησία και τα άνισα εισοδήματα θα υποκατασταθούν από την ελεύθερη διάθεση των αγαθών και υπηρεσιών, ο Κροπότκιν έκανε ένα σημαντικό άλμα για την εξέλιξη της αναρχικής οικονομικής σκέψης. Την αρχή της αμοιβής της εργασίας την υποκατέστησε με την αρχή της κάλυψης των αναγκών. Κάθε άτομο θα έκρινε τις δικές του ανάγκες και θα λάμβανε από τις κοινές αποθήκες οτιδήποτε έκρινε ότι του ήταν αναγκαίο. Ο Κροπότκιν οραματιζόταν μία κοινωνία, στην οποία οι άνθρωποι θα εκτελούσαν τόσο χειρωνακτική, όσο και διανοητική εργασία. Τα μέλη κάθε συνεργατικής κοινότητας θα εργάζονταν από το 20ο μέχρι το 40ο έτος. Τέσσερεις ή πέντες ώρες ημερησίως θα αρκούσαν για μια άνετη ζωή και η κατανομή της εργασίας θα παρείχε την ευκαιρία για ποικιλία ευχάριστων απασχολήσεων.
Για να προπαρασκευάσει ο Κροπότκσιν τους ανθρώπους για την ευτυχή αυτή ζωή στήριξε τις ελπίδες του στην εκπαίδευση των παιδιών, η οποία θα καλλιεργούσε τόσο τις πνευματικές, όσο και τις φυσικές ικανότητές τους. Έδινε έμφαση στις ανθρωπιστικές σπουδές και τις βασικές αρχές των μαθηματικών και των θετικών επιστημών. Η εκπαίδευση δεν θα στηριζόταν μόνο στα βιβλία, αλλά και στη διαπαιδαγώγηση στην ύπαιθρο, με άμεση παρατήρηση και δράση. Πίστευε ότι στον μελλοντικό αναρχιστικό κόσμο, που θα βασίζεται στην αλληλοβοήθεια, η αντικοινωνική συμπεριφορά θα αντιμετωπίζεται όχι με τη νομοθεσία και τη φυλάκιση, αλλά με την ανθρώπινη κατανόηση και την ηθική επιβολή της κοινότητας.
Μετά τη Φεβρουαριανή Επανάσταση του 1917, του επετράπη να επιστρέψει στη Ρωσία, όπου έγινε δεκτός με ιδιαίτερο ενθουσιασμό από τους ομοϊδεάτες του. Του προσφέρθηκε το Υπουργείο Παιδείας, αλλά αυτός αρνήθηκε, γιατί τυχόν αποδοχή της πρότασης θα αντέβαινε τις αναρχικές του ιδέες. Πίστευε πολύ στα σοβιέτ (συμβούλια στρατιωτών και εργατών), τα οποία θα αποτελούσαν τη βάση της αταξικής κοινωνίας. Μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους τον Οκτώβριο του 1917, ο ενθουσιασμός του μεταβλήθηκε σε απογοήτευση. Οι Μπολσεβίκοι, έλεγε, είχαν δείξει πως δεν πρέπει να γίνει η επανάσταση, δηλαδή με αυταρχικές μεθόδους. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα αφιέρωσε στη συγγραφή της Ιστορίας της Ηθικής, την οποία δεν ολοκλήρωσε ποτέ.
Ο Πιοτρ Αλεξέγεβιτς Κροπότκιν πέθανε από πνευμονία στις 8 Φεβρουαρίου 1921, στην πόλη Ντιμιτρόφ της Ρωσίας. Η κηδεία του έγινε στη Μόσχα με άδεια του Λένιν και την παρακολούθησαν χιλιάδες κόσμου. Ήταν και η τελευταία φορά επί Σοβιετικής Ένωσης που παρέλασε η μαύρη σημαία του αναρχισμού στη ρωσική πρωτεύουσα.
O Κροπότκιν έγινε διάσημος περισσότερο με τα συγγράμματά του, παρά με τη δράση του, αν και στην αρχή διάνυσε ως επαναστάτης μια περιπετειώδη διαδρομή, την οποία περιγράφει στην αυτοβιογραφία του Αναμνήσεις ενός επαναστάτη (1899). Η ζωή του αποτέλεσε υπόδειγμα υψηλών ηθικών στόχων και του συνδυασμού διανόησης και δράσης, που δίδασκε σε όλα τα επίπεδα. Δεν επέδειξε εγωπάθεια, διπροσωπία, πάθος για την εξουσία, εκδηλώσεις που έβλαψαν την εικόνα τόσων άλλων επαναστατών. Για τους λόγους αυτούς θαυμάστηκε, όχι μόνο από τους συντρόφους του, αλλά και από πολλούς, που ο χαρακτηρισμός «αναρχικός» δεν σήμαινε τίποτε άλλο από τον φονιά με το στιλέτο ή τη βόμβα. Ο Όσκαρ Ουάιλντ τον θεωρούσε ως ένα από τους δυο αληθινά ευτυχισμένους ανθρώπους που είχε γνωρίσει.
Πηγή: www.sansimera.gr