Ο Τσετ Μπέικερ (Chet Baker) ήταν αμερικανός τρομπετίστας και τραγουδιστής της τζαζ, από τις ηγετικές φυσιογνωμίες της West Coast Jazz ή cool jazz. Ήταν γνωστός για το μελωδικό και γλυκερό τόνο του, τόσο στην τρομπέτα, όσο και στο τραγούδι. Άγγιξε τα όρια της λατρείας για τη δημοσιότητα που έλαβε η μάχη του με τα ναρκωτικά, η οποία του στοίχισε μία διαγραφόμενη σπουδαία καριέρα. Ο θάνατός του, που άφησε πολλές σκιές, επέτεινε τη μεταθανάτια φήμη του.
Ο Τσέσνεϊ Χένρι Μπέικερ γεννήθηκε στις 23 Δεκεμβρίου 1929 στο Γέιλ της πολιτείας Οκλαχόμα σε μουσική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν κιθαρίστας σε κάντρι σχήματα και η μητέρα του έπαιζε πιάνο, αν και έβγαζε το ψωμί της εργαζόμενη σε κατάστημα καλλυντικών.
Σε μικρή ηλικία ο Τσετ μετακόμισε με την οικογένειά του στην Καλιφόρνια και από τα 10 του άρχισε να μαθαίνει τρομπόνι και στη συνέχεια τρομπέτα στην μπάντα του σχολείου του. Το 1946 στρατεύτηκε και βελτίωσε σημαντικά την τεχνική του, παίζοντας σε μπάντες του αμερικάνικού στρατού στο Βερολίνο και στο Σαν Φρανσίσκο. Μετά την αφυπηρέτησή του το 1952 συνεργάστηκε για λίγο με τον σπουδαίο σαξοφωνίστα Τσάρλι Πάρκερ, έναν από τους πρωτοπόρους του be-bop.
Η αναγνώριση και ο εθισμός στα ναρκωτικά
Το ίδιο χρονικό διάστημα εντάχθηκε στο φημισμένο κουαρτέτο του σαξοφωνίστα Τζέρι Μάλιγκαν, ένα πρωτοποριακό σχήμα χωρίς πιάνο, που συνεισέφερε καθοριστικά στη δημιουργία του μουσικού ιδιώματος της τζαζ της Δυτικής Ακτής (West Coast Jazz) ή «ψυχρής» τζαζ (cool jazz), που ήταν η αντίδραση των λευκών τζαζιστών στο «θερμό» be bop των μαύρων συναδέλφων τους.
Ο Τσετ Μπέικερ κατέθεσε τα διαπιστευτήριά του σε κομμάτια, όπως τα «Walkin’ Shoes», «Bernie’s Tune» και «My Funny Valentine» (ένα κομμάτι που έγινε το σήμα κατατεθέν του) και χαρακτηρίστηκε ως η νέα δύναμη της τζαζ. Το 1953 ανακηρύχθηκε κορυφαίος τρομπετίστας από το περιοδικό «Metronome» και τον ίδιο χρόνο ίδρυσε το δικό του κουαρτέτο.
Σε αρκετές από τις ηχογραφήσεις του τη δεκαετία του ‘50, o Μπέικερ παρουσιαζόταν και ως τραγουδιστής. Η χωρίς βιμπράτο και η κάπως θηλυκή τενόρο φωνή του ευθυγραμμιζόταν με τους τραγουδιστές της cool jazz, όπως ο Μελ Τορμέ και η Τζουν Κρίστι. Η ηχογράφηση του «Let’s Get Lost» (1954), μιας ρομαντικής μπαλάντας που έλαβε διαφορετική σημασιοδότηση όταν την τραγουδούσε ο εθισμένος στα ναρκωτικά Μπέικερ, έγινε το πιο αντιπροσωπευτικό του κομμάτι.
Πολλοί φίλοι της μουσικής του και κριτικοί θεωρούσαν ότι ο Μπέικερ, με τη δημοτικότητα και και την καλή του εμφάνιση, θα μπορούσε να ήταν ένα αστέρι του κινηματογράφου. Οι ευρωπαϊκές του περιοδείες στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 παγίωσαν τη φήμη του και οι ηχογραφήσεις του αυτής της περιόδου θεωρούνται από τις καλύτερες της καριέρας του.
Η ζωή του, όμως, γινόταν όλο και πιο ασταθής, καθώς η εξάρτησή του από την ηρωίνη έβαινε αυξανόμενη. Οι επόμενες περιοδείες του στην Ευρώπη στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 τον έφεραν αντιμέτωπο με τον νόμο: συλλήψεις, ποινές φυλάκισης, ακόμη και περιορισμό σε σανατόριο. Το παίξιμό του άρχισε να γίνεται αλλοπρόσαλλο και συχνά δεχόταν αρνητικές κριτικές, ακόμη και από τους υποστηρικτές του.
Με τη βοήθεια της μεθαδόνης, ο Τσετ Μπέικερ επέστρεψε σταδιακά στη μουσική. Όμως, τα προσωπικά του προβλήματα συνεχίζονταν. Στις αρχές της δεκαετίας του ‘70 έμπλεξε σ’ ένα καυγά με ναρκέμπορους στην Ιταλία, με αποτέλεσμα αυτοί να του στραπατσάρουν το πρόσωπο και να χάσει σχεδόν όλα του τα δόντια. Συν τοις άλλοις, τα χρόνια εθισμού του στα ναρκωτικά είχαν επηρεάσει προς το χειρότερο τη φωνή του, αλλά πολλοί κριτικοί θεωρούσαν ότι το παίξιμό του στην τρομπέτα παρέμενε αξεπέραστο. Τα χρόνια 1977–1988 ήταν τα πιο παραγωγικά, με πολλές ηχογραφήσεις και συνεργασίες, με πιο ξεχωριστή αυτή με τον ρόκερ Έλβις Κοστέλο.
Αυτοκτονία ή δολοφονία;
Ο Τσετ Μπέικερ φαίνεται ότι βρισκόταν στην κορύφωση της καριέρας του, όταν στις 13 Μαΐου 1988 σκοτώθηκε πέφτοντας από το παράθυρο του δωματίου του σε ξενοδοχείο του Άμστερνταμ. Ο θάνατός του αποδόθηκε σε αυτοκτονία, αλλά έχουν εκφραστεί υπόνοιες ότι μπορεί να δολοφονήθηκε από εμπόρους ναρκωτικών.
Άστατη ήταν και η προσωπική ζωή του σπουδαίου μουσικού. Παντρεύτηκε τρεις φορές, δημιούργησε πολλές εφήμερες σχέσεις και απέκτησε συνολικά τέσσερα παιδιά. Η λατρεία του Τσερ Μπέικερ μεγάλωσε μετά το θάνατό του, με την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ του Μπρους Γουέμπερ «Let’s Get Lost» (1988) και της ημιτελούς αυτοβιογραφίας του «As Though I Had Wings» (1997).
Η ιστορία του Τσετ Μπέικερ, ζωντάνεψε στη μεγάλη οθόνη, με πρωταγωνιστή τον Ιθαν Χοκ, στην ταινία “Born to be Blue” (2015), σε σενάριο και σκηνοθεσία του Ρόμπερτ Μπουντρό. Είναι η πρώτη κινηματογραφική βιογραφία του Τσετ Μπέικερ, μετά το επιτυχημένο ντοκιμαντέρ του Μπρους Γουέμπερ που γυρίστηκε το 1988 με τίτλο Let’s Get Lost.
Πηγή: www.sansimera.gr