Στο πλαίσιο των νέων μέτρων ψηφιοποίησης της διακίνησης του ελαιολάδου, που θα ισχύσουν υποχρεωτικά από την 1η Απριλίου 2025, οι ελαιοκαλλιεργητές θα έρθουν αντιμέτωποι με ένα ανέφικτο μέτρο: Την υποχρέωση για ψηφιακά δελτία αποστολής του ελαιοκάρπου από το χωράφι στο ελαιοτριβείο.
Δηλαδή, ο παραγωγός που έχει ολοκληρώσει τη συγκομιδή της ημέρας και θέλει να μεταφέρει τα σακιά ή τα καφάσια με τις ελιές στο ελαιοτριβείο για την έκθλιψη, είναι υποχρεωμένος πρώτα να μπει από το κινητό ή το τάμπλετ του στο myData και να εκδώσει ψηφιακό δελτίο αποστολής. Αυτό στην πράξη είναι αδύνατον, εάν στο χωράφι του, που πολλές φορές είναι σε ημιορεινές απομακρυσμένες περιοχές, δεν έχει σήμα για ασύρματο ίντερνετ (4G ή 5G). Όπως διευκρινίζεται από το υπουργείο Οικονομικών, από την εφαρμογή ψηφιακής παρακολούθησης διακίνησης αγαθών εξαιρούνται αγρότες ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ και φυσικά πρόσωπα που πωλούν προϊόντα ή υπηρεσίες ευκαιριακά (συναλλαγές έως 10.000 ευρώ).
«Για άλλη μια φορά, η πολιτεία επιβάλλει μέτρα χωρίς καμία ουσιαστική διαβούλευση με τους παραγωγούς, τους συνεταιρισμούς και τα ελαιοτριβεία. Αποφάσεις που σχεδιάζονται πίσω από γραφεία, μακριά από τις πραγματικές ανάγκες της παραγωγής», σχολιάζει στην «ΥΧ» ο Γιάννης Πάζιος, τομεάρχης Ψηφιακής Πολιτικής του ΠΑΣΟΚ – Κίνημα Αλλαγής. Ο ίδιος αναρωτιέται:
- Πόσοι παραγωγοί, ειδικά σε ορεινές και απομακρυσμένες περιοχές, μπορούν να ανταποκριθούν χωρίς τεχνολογική υποδομή και εκπαίδευση;
- Είναι λογικό να απαιτείται ψηφιακή διακίνηση για έναν καρπό που μεταφέρεται αυθημερόν στο ελαιοτριβείο, πολλές φορές σε διαδοχικές ημέρες;
- Ποιος θα καλύψει το κόστος για τον εξοπλισμό και την προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις;
«Και όλα αυτά στη χώρα», συμπληρώνει ο κ. Πάζιος, «του πιο αργού και ακριβού ίντερνετ, όπου, όπως αποδεικνύεται και στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Ένωσης “Digital Decade 2024: Broadband Coverage in Europe 2023”, υστερεί τραγικά σε ψηφιακές υποδομές με έντονο το χάσμα μεταξύ αστικών κέντρων και αγροτικών περιοχών».
Η πραγματικότητα είναι σκληρή, όπως μας λέει: «Η πολιτεία μεταφέρει το βάρος στους παραγωγούς και τους συνεταιρισμούς, αυξάνοντας το κόστος παραγωγής, αντί να στηρίξει τον αγροτικό κόσμο με ρεαλιστικά μέτρα. Όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον χωρίς εθνική ελαιοκομική πολιτική, που θα κατοχύρωνε τον κατά κύριο επάγγελμα αγρότη και θα διασφάλιζε τον μικρό καλλιεργητή, αφήνοντας το ελληνικό ελαιόλαδο έρμαιο των κερδοσκόπων και τον παραγωγό απροστάτευτο στις πιέσεις της αγοράς». Και στη συνέχεια ζητά:
- Μετάθεση σε μεταγενέστερο χρόνο της υποχρέωσης για ψηφιακά δελτία αποστολής και τιμολόγια μέχρι να υπάρξει η κατάλληλη υποδομή και εκπαίδευση.
- Ουσιαστική διαβούλευση με τους συνεταιρισμούς και τους παραγωγούς πριν από την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου.
- Οικονομική στήριξη των παραγωγών για την κάλυψη των επιπλέον εξόδων που φέρνει η ψηφιακή τιμολόγηση.
- Εθνική ελαιοκομική πολιτική που θα προστατεύει και θα αναδεικνύει το ελληνικό ελαιόλαδο.
«Ακόμη και η συζήτηση περί ‘‘τενεκέ’’ θα είχε λυθεί, αν υπήρχε ολοκληρωμένη στρατηγική. Δεν μπορεί ο παραγωγός να μένει έρμαιο φημών και κυβερνητικών τακτικισμών. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός πρέπει να είναι εργαλείο δίκαιης ανάπτυξης και όχι βάρος», αναφέρει.
Εν τέλει, το νέο μέτρο θα ισχύσει, με βάση τις μέχρι τώρα οδηγίες της ΑΑΔΕ, για τη νέα ελαιοκομική περίοδο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο χρόνος που μεσολαβεί είναι αρκετός για να επιλυθούν τα προβλήματα που το καθιστούν ανέφικτο εντός της ελληνικής πραγματικότητας.
Πηγή: www.ypaithros.gr