Ο Φερντινάν ντε Σοσίρ θεωρείται ο ιδρυτής της σύγχρονης γλωσσολογίας. Υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους γλωσσολόγους σε διεθνές επίπεδο και συγχρόνως μια ιδιοφυής προσωπικότητα. Χωρίς αυτόν η γλωσσική επιστήμη δεν θα είχε πιθανότατα να προχωρήσει στους σημερινούς προβληματισμούς και την ακμή που γνώρισε από τις τις πρώτες ήδη δεκαετίες του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα. Από κοινού με τον αμερικανό γλωσσολόγο Νόαμ Τσόμσκι είναι οι γλωσσολόγοι που περισσότερο από όλους επηρέασαν τις κατευθύνσεις και την εξέλιξη της γλωσσολογίας.
Ο Φερντινάν ντε Σοσίρ γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1857 στην Γενεύη και ήταν γόνος οικογένειας επιφανών φυσικών επιστημόνων. Από μικρή επέδειξε ζήλο στις ξένες γλώσσες και στα δεκαπέντε του μιλούσε ήδη ελληνικά, γαλλικά, γερμανικά, αγγλικά, λατινικά και είχε γράψει μια γλωσσική πραγματεία.
Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, άρχισε τις σπουδές του στις φυσικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης. Ένα χρόνο αργότερα, το 1876, έπεισε τους γονείς του να του επιτρέψουν να μεταβεί στη Γερμανία για να σπουδάσει γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Έμεινε εκεί τέσσερα χρόνια με σύντομο διάλειμμα σπουδών διάρκειας δύο εξαμήνων στο Βερολίνο.
Το 1878, σε ηλικία 21 ετών, ο Σοσίρ εξέδωσε την «Πραγματεία περί του αρχικού συστήματος των φωνηέντων στις ινδοευρωπαϊκές γλώσσες», η οποία έλαβε θερμές κριτικές. Ήταν το πρώτο και μοναδικό βιβλίο του. Το 1880 επέστρεψε στη γερμανική πόλη και, ύστερα από μακρά περίοδο σπουδών και διδασκαλίας ξένων γλωσσών και γλωσσολογίας στη Σχολή Ανωτάτων Σπουδών του Παρισιού (1880-1891), του ανατέθηκε να διδάξει σανσκριτικά και γενική γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης.
Εκεί παντρεύτηκε την Μαρί Φες (1867-1950), απέκτησε τρεις γιους και, στη διάρκεια των τριών τελευταίων ετών της ακαδημαϊκής σταδιοδρομίας του στο ανώτατο πανεπιστημιακό ίδρυμα της γενέτειράς του, παρέδωσε τρία μαθήματα γενικής γλωσσολογίας σε ολιγομελείς ομάδες φοιτητών. Όσο βρισκόταν εν ζωή (πέθανε στις 22 Φεβρουαρίου 1913, σε ηλικία 55 ετών) ο Σοσίρ δεν παρουσίασε έντονη συγγραφική ή εκδοτική δραστηριότητα και έμελλε να γίνει διάσημος μετά θάνατον, με ένα βιβλίο που δεν έγραψε καν ο ίδιος.
Το 1916, οι μαθητές και διάδοχοί του Σαρλ Μπαλί (1865-1947) και Αλμπέρ Σεσέ (1870-1946) συγκέντρωσαν τις δικές τους χειρόγραφες σημειώσεις από τις παραδόσεις του Σοσίρ στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης μεταξύ 1907 και 1911 μαζί με τις σημειώσεις μερικών άλλων μαθητών καθώς και κάποιες ιδιόχειρες σημειώσεις του ίδιου. Αφού τις συνέθεσαν, παρουσίασαν τη σκέψη του ελβετού γλωσσολόγου στο σύνολό της στο βιβλίο με τίτλο «Μαθήματα Γενικής Γλωσσολογίας» («Cours de linguistique generale»).
To έργο του Σοσίρ, προάγγελος της μετέπειτα ανάπτυξης του δομισμού (στρουκτουραλισμού) και της σημειολογίας στη γλωσσολογία και τις κοινωνικές επιστήμες, επηρέασε τη σκέψη σημαντικών στοχαστών του 20ού αιώνα όπως ο Κλοντ Λεβί – Στρος, ο Ρολάν Μπαρτ, ο Λουί Αλτουσέρ, ο Μισέλ Φουκό, ο Ζακ Ντεριντά και η Τζούλια Κρίστεβα. Πάνιως τα «Μαθήματα γενικής γλωσσολογίας», όπως αποκαταστάθηκαν στην αρχική τους μορφή από τους εκδότες τους, αποδίδουν περισσότερο το γενικό πνεύμα των θέσεων του Σοσίρ σε βασικά ζητήματα της θεωρίας της γλώσσας, παρά τις κατά γράμμα απόψεις απόψεις και τα ίδια τα λόγια του ελβετού γλωσσολόγου. Απόδειξη το γεγονός ότι πολλές δεκαετίες αργότερα (1968-1974) συντάχθηκε η κριτική έκδοση των «Μαθημάτων» του από τον ελβετό γλωσσολόγο Ρούντολφ Ένγκλερ (1930-2003), βασισμένη σε πρόσθετες γραπτές σημειώσεις και άλλων μαθητών του Σοσίρ.
Η γλωσσολογία ως αυτοτελής κλάδος της επιστήμης εμφανίστηκε μόλις το 1816 με το έργο του Φραντς Μποπ «Επί του κλιτικού συστήματος του ρήματος της σανσκριτικής εν ουγκρίσει προς το της ελληνικής, λατινικής, περσικής και γερμανικής γλώσσας». Χρειάστηκε όμως να περάσει ένας αιώνας για να θεμελιωθούν οι αρχές της επιστήμης της συγκριτικής γλωσσολογίας με τη μεταθανάτια έκδοση του έργου τού Φερντινάν ντε Σοσίρ.
Οι αρχές που διατύπωσε ο ελβετός γλωσσολόγος, όπως αυτές παρουσιάζονται
στα «Μαθήματα Γενικής Γλωσσολογίας», προώθησαν μια νέα θεώρηση της γλώσσας. Σύμφωνα με αυτές, η γλώσσα αποτελεί το πλαίσιο για την οργάνωση της σκέψης μας και η έρευνα οφείλει να στραφεί από τον γραπτό στον προφορικό λόγο και από το παρελθόν σε κάποια συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Αντιλαμβάνεται τη γλώσσα ως εξελισσόμενο σύστημα που διέπεται από κανόνες και περιέχει ορισμένα καθολικά χαρακτηριστικά καθώς και δυνατότητες αυτοανανέωσης.
Στη διδασκαλία του Σοσίρ εξάλλου οφείλεται η πρώτη διάκριση ανάμεσα στη
συγχρονική γλωσσολογία (θεώρηση της υφής και λειτουργίας της γλώσσας σε
μια δεδομένη στιγμή, ανεξαρτήτως χρόνου) και στη διαχρονική γλωσσολογία
(επιστημονική εξέταση της ιστορικής εξέλιξης των γλωσσών εν χρόνω). Ο
ίδιος πάντως θεωρούσε εποικοδομητικότερη την πρώτη.
Σύμφωνα πάλι με τις διδαχές του Σοσίρ, η γλώσσα (langage) διακρίνεται σε λόγο (langue) – τη γενική δηλαδή και υπερατομική γλώσσα των μελών μιας κοινότητας – και σε ομιλία (parole) – την καθαρά ατομική πλευρά της γλώσσας. Για τον ελβετό γλωσσολόγο η ομιλία αποτελεί την εφαρμογή του λόγου, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου είναι ότι απαρτίζει σύστημα, αποτελούμενο από αριθμό στοιχείων που επιτελούν συγκεκριμένες λειτουργίες και διαπλέκονται σε δίκτυο σχέσεων.
Το γλωσσικό σημείο – έννοια που δανείστηκε από τους Στωικούς, τον Άγιο Αυγουστίνο και τους Σχολαστικούς – ορίστηκε από τον Σοσίρ ως συνδυασμός, μοναδικός και συμβατικός, δύο εσωτερικών στοιχείων, ορισμένης σημασίας και ορισμένης μορφής: «Τα γλωσσικά σημεία αποτελούν δίπλευρες ψυχολογικές οντότητες και δεν συνδέουν πράγματα (αντικείμενα) και ονόματα, αλλά έννοιες (σημαινόμενα) και ακουστικές εικόνες (σημαίνοντα)». Βασική ιδιότητα του γλωσσικού σημείου είναι η μοναδικότητα του. Επίσης, κατά τον Σοσίρ, η σχέση μεταξύ σημαίνοντος και σημαινομένου είναι αυθαίρετη.
Προχωρώντας σε μια γενικότερη σύλληψη της ανάγκης του ανθρώπου να εκφραστεί με σημεία και του πλήθους των σημειακών μορφών που χρησιμοποιεί στην επικοινωνία του (λέξεις, σχήματα, χρώματα, μουσικούς φθόγγους κ.λπ), ο Σοσίρ μίλησε πρώτος για μια γενική επιστήμη των σημείων που ονόμασε από τα ελληνικά Σημειολογία (Sémiologie). Η πρόοδος που σημειώθηκε αργότερα στον χώρο αυτό, ιδίως στο πλαίσιο του γαλλικού δομισμού (στρουκτουραλισμού), ανάγεται στις πρώτες επισημάνσεις και στην περί του γλωσσικού σημείου θεωρία του Σοσίρ.
Πηγή: www.sansimera.gr