Ιδιοφυής μουσικός, ίσως ο πιο ολοκληρωμένος συνθέτης που ανέδειξε η ροκ μουσική. Συνθέτης, πολυοργανίστας και ακούραστα εφευρετικός σολίστας
– ειδικά στην ηλεκτρική κιθάρα -, διακεκριμένος υπερασπιστής των προσωπικών ελευθεριών, χιουμορίστας, συγγραφέας και σκηνοθέτης, ο αναγεννησιακός Φρανκ Ζάπα πάντρεψε στην μουσική του με τρόπο μοναδικό τις επιρροές του από συνθέτες της λόγιας μουσικής πρωτοπορίας (Εντγκάρ Βαρέζ, Ιγκόρ Στραβίνσκι) με την αμερικάνικη λαϊκή μουσική (ροκ, τζαζ, ριθμ εντ μπλουζ, ντου-γουόπ) και την εμπλούτισε με στίχους δηκτικής κοινωνικής σάτιρας. Πολυγραφότατος κυκλοφόρησε πάνω από 60 δίσκους,ενώ μετά τον θάνατό του η οικογένεια του συνεχίζει να τροφοδοτεί την δισκογραφία με ακυκλοφόρητο υλικό του, που φαίνεται να είναι τεράστιο και δεν γνωρίζει κανείς πότε θα ολοκληρωθεί.
Ο Φρανκ Βίνσεντ Ζάπα γεννήθηκε στις 21 Δεκεμβρίου 1940 στη Βαλτιμόρη από γονείς μετανάστες από την Σικελία και μεγάλωσε στο Λάνκαστερ της Καλιφόρνιας. Από μικρός είχε έφεση στην μουσική. Στα 12 χρόνια του άρχισε να παίζει ντραμς, στα 14 να συνθέτει και κατόπιν ασχολήθηκε με την κιθάρα. Στα 15 του άκουσε ένα έργο του Βαρέζ το οποίο είχε γραφεί μόνο για κρουστά και ενθουσιάστηκε τόσο πολύ, που ήθελε να μιλήσει στο συνθέτη από το τηλέφωνο. Την εποχή εκείνη γνωρίστηκε με τον Ντον Φαν Βλιτ τον κατοπινό Κάπτεν Μπίφχαρτ, με τον οποίο συνεργάστηκε σε κάποια από τα επόμενα έργα του.
Ύστερα από μια σύντομη σταδιοδρομία ως επαγγελματίας συνθέτης τραγουδιών, o Ζάπα έγινε κιθαρίστας ενός τοπικού συγκροτήματος ριθμ εντ μπλουζ. Λίγο αργότερα μετονόμασε το συγκρότημα σε «The Mothers». Στη συνέχεια, το όνομα άλλαξε ξανά και έγινε «Frank Zappa and the Mothers of Invention», λόγω της επιμονής της δισκογραφικής εταιρείας, για να αποφευχθεί πιθανή συνωνυμία.
Σύντομα έβγαλαν το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο «Freak Out» (1966), ένα κράμα ρυθμ εντ μπλουζ και πειραματικού κολάζ ήχων. Ο δίσκος δεν είχε μεγάλη εμπορική επιτυχία, ωστόσο θεωρείται ότι δημιούργησε σχολή. Ο όρος «freak out» που χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα, ως παρακίνηση απόδρασης από τις κοινωνικές νόρμες, είναι εφεύρεση του Ζάπα. Το «Freak Out» είναι ένα από τα πρώτα διπλά άλμπουμ στην ιστορία της ροκ μουσικής (προηγήθηκε το «Blonde on Blonde» του Μπομπ Ντίλαν). Πρόκειται για ένα ασυνήθιστο συνονθύλευμα από παρωδίες ερωτικών τραγουδιών και πολιτικά σχόλια.
Την επόμενη χρονιά ακολούθησαν τα επίσης εκλεκτικά «Absolutely Free» και «Lumpy Gravy». Το 1968, οι «Mothers»κυκλοφόρησαν το «We’re Only In It For The Money», μια καυστική σάτιρα της ιδεολογίας των χίπις και των επικρατουσών τάσεων στις ΗΠΑ. Το εξώφυλλο του δίσκου παρωδεί αυτό του άλμπουμ των Beatles «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band», στο οποίο τα λουλούδια αντικαθίστανται από λαχανικά.
Το 1971 ο Ζάπα γύρισε την ταινία «200 Motels», σε επτά μόλις μέρες και με μικρό προϋπολογισμό (679.000 δολάρια). Περιγράφει τη ζωή ενός ροκ συγκροτήματος σε περιοδεία και ο τίτλος του αναφέρεται στον αριθμό των μοτέλ που διανυκτέρευσε το συγκρότημα. Η ταινία αυτή καθιέρωσε την μορφή των περισσότερων βιντεοκλίπ για την ροκ μουσική τα επόμενα χρόνια.
Την ίδια χρονιά, στις 4 Δεκεμβρίου, κατά την διάρκεια συναυλίας του στο Μοντρέ της Ελβετίας ένα πυροτέχνημα που εκτόξευσε ένας θεατής προκάλεσε μεγάλη πυρκαϊά που κατέστρεψε τον χώρο. Από το γεγονός αυτό οι Deep Purple εμπνεύστηκαν το εμβληματικό τους τραγούδι «Smoke on the Water».
Ύστερα από αρκετά άλμπουμ με τους «Mothers», ο Ζάπα έβγαλε το πρώτο σόλο ορχηστρικό άλμπουμ με τίτλο «Hot Rats», με τα κλασικά κομμάτια «Peaches en Regalia» και «Willie the Pimp», στο οποίο κάνει φωνητικά ο Κάπτεν Μπίφχερτ. Με τους «Mothers» σε νέα σύνθεση πλέον, συνέχισε στον ίδιο υψηλό ρυθμό παραγωγής και στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Από την εποχή αυτή ξεχωρίζουν τα εξαιρετικά και προσιτά άλμπουμ «Apostrophe» (1974), το πιο εμπορικό άλμπουμ της καριέρας του, και «One Size Fits All» (1975). Το πιο εμπορικό του τραγούδι ήταν το «Valley Girl» από το άλμπουμ «Ship Arriving Too Late to Save a Drowning Witch» (1982), που ανέβηκε στο Νο 32 του αμερικάνικου πίνακα επιτυχιών.
Ύστερα από ένα μικρό διάλειμμα ο Ζάπα επέστρεψε και μεγάλο μέρος της νεότερης δουλειάς του χαρακτηρίστηκε από την χρήση τόσο του ψηφιακού σινθεσάιζερ ως εργαλείου σύνθεσης και εκτέλεσης, όσο και τεχνικών στο στούντιο για την παραγωγή συγκεκριμένων εφέ. Η δουλειά του πολιτικοποιήθηκε ακόμη περισσότερο και άρχισε να σατιρίζει με τους ανατρεπτικούς στίχους του την άνοδο των ευαγγελιστών της τηλεόρασης στην Αμερική, την πολιτική του αμερικανού προέδρου Ρίγκαν, τα σεξουαλικά ήθη των συμπατριωτών του, τη μουσική βιομηχανία και το εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ. Οι δικές του εταιρείες (δισκογραφικές, παραγωγής βιντεοταινιών και διανομής) του εξασφάλιζαν σε μεγάλο την ελευθερία να σατιρίζει και να κριτικάρει τους πάντες.
Ο Φρανκ Ζάπα είχε χαρακτηριστεί από πολλούς επαΐοντες της μουσικής ως ιδιοφυία και μεγάλες συμφωνικές ορχήστρες έχουν ερμηνεύσει συνθέσεις του. «Είναι ένας από τους λίγους μουσικούς του ροκ που γνωρίζει τη γλώσσα μου», είχε πει για αυτόν ο κορυφαίος μαέστρος Ζούμπιν Μέτα. Ένας άλλος κορυφαίος της σύγχρονης λόγιας μουσικής, ο συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας Πιέρ Μπουλέζ ηχογράφησε ένα δίσκο με έργα του («Boulez conducts Zappa», 1984).
Το 1989, έγραψε την αυτοβιογραφία του με τίτλο «The Real Frank Zappa Book» , όπου σχολιάζοντας με τον αμίμητο αυτοσαρκασμό του τις θέσεις του, έγραψε «To απολαμβάνω να προσβάλλω ανθρώπους που το απολαμβάνουν να προσβάλλονται».
Τον επόμενο χρόνο, ο Φρανκ Ζάπα προσβλήθηκε από καρκίνο του προστάτη και στις 4 Δεκεμβρίου 1993, άφησε την τελευταία του πνοή στο σπίτι του στο Λος Άντζελες σε ηλικία 52 ετών.
Είχε νυμφευτεί δύο φορές, την πρώτη με την Κέι Σέρμαν και τη δεύτερη με την Γκέιλ Σλόουτμαν με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, δύο γιους και δύο κόρες, στα οποία έδωσε ασυνήθιστα ονόματα: Moon Unit, Dweezil, Ahmet Rodin και Diva.
Το 1995, εισήχθη στο «Πάνθεον του Ροκ εντ Ρολ» (« Rock and Roll Hall of Fame»). Την ίδια χρονιά ο μεγαλύτερος σύγχρονος Λιθουανός γλύπτης, Κονσταντίνας Μπογκντάνας, δημιουργός πορτρέτων του Λένιν μεταξύ άλλων, φιλοτέχνησε μια προτομή του Ζάπα, η οποία και τοποθετήθηκε στο κέντρο του Βίλνιους, της πρωτεύουσας της Λιθουανίας. Προτομή του υπάρχει και στην πόλη Μπαντ Ντόμπεραν της Γερμανίας, όπου κάθε χρόνο διεξάγεται το μουσικό φεστιβάλ Zappanale, αποκλειστικά με μουσική του.
Προς τιμήν του δόθηκε το όνομά του σε ένα αστεροειδή (3834 Zappafrank), σε μια αράχνη (Pachygnatha Zappa), σε μια μέδουσα (Phialella Zapper) και σε ένα μαλάκιο (Amaurotoma Zapper).
Πηγή: www.sansimera.gr