Ο Σάντα Κλάους (ο Άι-Βασίλης των Ελλήνων) είναι ο παραδοσιακός χορηγός των Χριστουγέννων, που φέρνει δώρα στα παιδιά. Η δημοφιλής εικόνα του καλοαναθρεμμένου, γενιοφόρου και κοκκινοντυμένου κυρίου, βασίζεται σε δυτικές παραδόσεις που συνδέονται με τον Άγιο Νικόλαο, τον προστάτη των ναυτικών.
Οι Ολλανδοί πιστώνονται με τη μεταφορά του θρύλου του Αγίου Νικολάου (Σίντερκλας στα ολλανδικά) στο Νέο Άμστερνταμ (σημερινή Νέα Υόρκη), μαζί με το έθιμο να δίνουν δώρα και γλυκά στα παιδιά την ημέρα της γιορτής του, στις 6 Δεκεμβρίου.
Η πρώτη καταγραφή του ολλανδικού μύθου έγινε το 1809 από τον αμερικανό συγγραφέα Ουάσινγκτον Ίρβινγκ στο βιβλίο του «A History of New York». Οι Αμερικανοί στη συνέχεια ήταν υπεύθυνοι για τη διάδοση της φιγούρας του σ’ όλο τον κόσμο, ακόμη κι εκεί που δεν υπάρχουν χριστιανοί.
Η κυρίαρχη απεικόνιση του Σάντα Κλάους είναι βασισμένη σε σκίτσα του Τόμας Ναστ για το περιοδικό «Harper’s Weekly» το 1863. Ο Σάντα Κλάους του Ναστ οφείλει πολλά στις περιγραφές του ποιήματος «A Visit from St. Nicholas», που δημοσιεύτηκε ανώνυμα 1823 και διεκδίκησε την πατρότητά του το 1837 ο συγγραφέας και καθηγητής Ανατολικών και Ελληνικών Σπουδών, Κλέμεντ Κλαρκ Μουρ.
Το σκίτσο του Ναστ επεξεργάστηκε αργότερα ο εικονογράφος Χάντον Σάντμπλομ για τη διαφημιστική καμπάνια της Κόκα Κόλα το 1931 κι έκτοτε η εικόνα του Σάντα Κλάους παραπέμπει σ’ έναν ευγενικό κύριο με λευκά γένια, ντυμένο με κόκκινη ερμίνα και λευκή γούνα, με μαύρη ζώνη, μαύρες μπότες κι ένα κόκκινο καπέλο.
Η παράδοση θέλει τον Σάντα Κλάους να ζει στον Βόρειο Πόλο με τη γυναίκα του (το Ροβανιέμι της Φινλανδίας τον διεκδικεί τα τελευταία χρόνια). Περνάει τον χρόνο του φτιάχνοντας παιχνίδια και λαμβάνει γράμματα από τα παιδιά όλου του κόσμου που του ζητούν χριστουγεννιάτικα δώρα.
Την παραμονή των Χριστουγέννων φορτώνει με παιχνίδια το έλκηθρό του που το σέρνουν οκτώ τάρανδοι και πετάει σ’ όλο τον κόσμο. Σταματάει στο σπίτι κάθε παιδιού και δίκην καλικάντζαρου κατεβαίνει από την καμινάδα για ν’ αφήσει τα δώρα και δροσίζεται με το γάλα και τα μπισκότα που του έχουν αφήσει τα παιδιά του νοικοκυριού.
Η συγκεκριμένη εικόνα του Σάντα Κλάους και το έθιμο των δώρων στα παιδιά άρχισαν να γίνονται γνωστά στην Ελλάδα πιθανώς την περίοδο του μεσοπολέμου από κοσμογυρισμένους αστούς και από τους μετανάστες στις ΗΠΑ, που έστελναν ευχετήριες κάρτες στα συγγενικά τους πρόσωπα στην πατρίδα.
Στον ελληνικό χώρο, αντί του Σάντα Κλάους, επικράτησε το όνομα του Άι-Βασίλη, ίσως επειδή τα δώρα στα παιδιά μοιράζονταν παλαιότερα την Πρωτοχρονιά, την ημέρα εορτής του Αγίου Βασιλείου. Αντίθετα με τον βόρειο και καλοαναθρεμμένο Σάντα Κλάους, ο Άγιος Βασίλειος ήταν μελαψός και λιπόσαρκος, ήταν πεζοπόρος και όχι εποχούμενος σε έλκηθρο και δεν μοίραζε δώρα παρά μόνο ευχές για καλοτυχία και καλό χρόνο.
Πηγή: www.sansimera.gr