Νέα εποχή Ντόναλντ Τραμπ ξημερώνει για τις Ηνωμένες Πολιτείες, μετά τον θρίαμβο του υποψηφίου των Ρεπουμπλικανών στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου. Ο Τραμπ, ο οποίος επικράτησε –ανετότερα από όσο θα περιμέναμε με βάση τα τελευταία προγνωστικά– της αντίπαλής του, Κάμαλα Χάρις, για να χριστεί ως ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ, επιστρέφει στον Λευκό Οίκο για μια δεύτερη θητεία, έπειτα από τη Δημοκρατική «παρένθεση» της κυβέρνησης του Τζο Μπάιντεν –με αντιπρόεδρο τη Χάρις– την τετραετία 2020-2024.
Πιο ισχυρός από ποτέ (;)
Με το δεδομένο, μάλιστα, ότι οι Ρεπουμπλικανοί ενδέχεται να κερδίσουν και τη Βουλή των Αντιπροσώπων, σε συνδυασμό με τη Γερουσία, η νέα διοίκηση Τραμπ είναι πιθανό να έχει λυμένα τα χέρια της, συγκεντρώνοντας πολύ μεγαλύτερη πολιτική ισχύ από όση διατηρούσε στην προηγούμενη θητεία του τελευταίου, με ένα διχασμένο –τότε– Κογκρέσο. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι οι Δημοκρατικοί δεν θα μπορούν να ορθώσουν εμπόδια στις νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα επιχειρήσει να περάσει η νέα διοίκηση Τραμπ.
Κυβερνητικές προτεραιότητες
Τι σηματοδοτεί, όμως, η επάνοδος του Τραμπ στην εξουσία για τις πολιτικές που αφορούν τον αγροτικό τομέα και το περιβάλλον; Όπως αναφέρουν έγκριτοι αναλυτές, η νέα διοίκηση των ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα ταράξει τα νερά στα πεδία τόσο της ενεργειακής όσο και της πράσινης μετάβασης, με τον επερχόμενο Αμερικανό πρόεδρο να είναι γνωστός για τη ρητορική υποβάθμισης των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής και της αναγκαιότητας περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αυτή η στάση θεωρείται ότι θα σημάνει ραγδαίες αλλαγές στα πεδία της παραγωγής πετρελαίου, της ανάπτυξης της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας και των πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων.
Η εκλογική νίκη δίνει στον Τραμπ τη δυνατότητα να εκπληρώσει τις υποσχέσεις της προεκλογικής του εκστρατείας, σύμφωνα με τις οποίες θα προβεί σε φοροελαφρύνσεις και θα κάμψει τον υψηλό πληθωρισμό, καταδιώκοντας τη λεγόμενη «πράσινη απάτη», όπως ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Σύμφωνα με άρθρο των περιβαλλοντικών συντακτών του πρακτορείου Bloomberg, Jennifer A. Dlouhy και Ari Natter, ο Τραμπ «θα προσανατολίσει την ομοσπονδιακή κυβέρνηση προς την άντληση περισσότερου αργού πετρελαίου και την κατασκευή περισσότερων σταθμών παραγωγής ενέργειας. Οι εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου πρόκειται να είναι οι κύριοι ωφελημένοι».
Να σημειωθεί ότι οι εν λόγω εκτιμήσεις επιβεβαιώθηκαν άμεσα και από τον ίδιο τον Τραμπ, ο οποίος στη νικητήρια ομιλία του τόνισε ότι ξεκινάει ο «χρυσός αιώνας της Αμερικής», ενώ ταυτόχρονα προανήγγειλε και την επιστροφή της χώρας στον… μαύρο χρυσό, δηλαδή στο πετρέλαιο.
Νέα διατροφική κουλτούρα με υπογραφή… Κένεντι Τζούνιορ
Στο μέτωπο της αγροδιατροφής, πολλές αμερικανικές ομάδες που εκπροσωπούν αγρότες δεν κρύβουν την ανησυχία τους ότι ο Ρόμπερτ Φ. Κένεντι Τζούνιορ, γιος του γενικού εισαγγελέα και γερουσιαστή Ρόμπερτ Κένεντι και ανιψιός του, επίσης, δολοφονηθέντος προέδρου Τζον Φ. Κένεντι, θα πάρει κεντρικό ρόλο στη νέα κυβέρνηση, αναλαμβάνοντας το χαρτοφυλάκιο των τροφίμων ή της υγείας.
Σε περίπτωση, για παράδειγμα, που ο ένθερμος αντιεμβολιαστής Κένεντι Τζούνιορ αποτελέσει τον νέο υπουργό Γεωργίας των ΗΠΑ, ο κίνδυνος για ορισμένα από τα πιο ισχυρά αγροδιατροφικά συμφέροντα είναι ορατός, καθώς η –για πολλούς περιθωριακή– ρητορική του είναι πολύ πιθανό να θέσει σημαντικά εμπόδια.
Οι φόβοι αυτοί έχουν βάση. Πρόσφατα, όπως έγραψε η έγκυρη ιστοσελίδα Politico, ο Κένεντι Τζούνιορ υποστήριξε δημοσίως ότι ο Τραμπ τού υποσχέθηκε «τον έλεγχο των υπηρεσιών δημόσιας υγείας», οι οποίες, όπως είπε, περιλαμβάνουν το υπουργείο Υγείας και Κοινωνικών Υπηρεσιών, τα Κέντρα Ελέγχου Νοσημάτων (CDC), τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) και τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) των ΗΠΑ.
«Και μετά, επίσης, το υπουργείο Γεωργίας (USDA)», συνέχισε ο Κένεντι, «το οποίο, ξέρετε, είναι το κλειδί για να κάνουμε την Αμερική υγιή, επειδή πρέπει να απαλλαγούμε από τα σπορέλαια και πρέπει να εγκαταλείψουμε τη γεωργία με εντατική χρήση φυτοφαρμάκων».
Η απαγόρευση των φυτοφαρμάκων, αλλά και των πρόσθετων τροφίμων, των σπορέλαιων ή και των εξαιρετικά επεξεργασμένων τροφίμων, όπως έχει επίσης συστήσει ο Κένεντι Τζούνιορ, είναι ένα ενδεχόμενο που θα ανατρέψει πλήρως το υπάρχον σύστημα τροφίμων στις ΗΠΑ.
Αποτελεί, επίσης, έναν αλλοπρόσαλλο πολιτικό ελιγμό, ο οποίος όχι μόνο αναμένεται να πλήξει τους Αμερικανούς αγρότες, ανεβάζοντας το κόστος παραγωγής προκειμένου να αντικαταστήσουν τα φυτοφάρμακα, αλλά συντάσσεται –εντελώς αντιφατικά στις εξαγγελίες και τα σημεία γραφής που έχει δώσει ο Τραμπ– με μια πιο φιλοπεριβαλλοντική ατζέντα. Υπενθυμίζεται ότι η προηγούμενη κυβέρνηση του Ρεπουμπλικανού ηγέτη είχε μειώσει δραματικά τη χρηματοδότηση για την ασφάλεια των τροφίμων, προτείνοντας βαθιές περικοπές στον FDA. Ο ίδιος ο Τραμπ, άλλωστε, δεν είχε κρύψει ποτέ τη ροπή του προς το fast food, ενώ πρόσφατα έγινε μέχρι και σερβιτόρος στα McDonald’s για τις ανάγκες της προεκλογικής του καμπάνιας…
Αν, λοιπόν, ο Τραμπ δώσει πράγματι «λευκή επιταγή» στον Κένεντι σε ό,τι αφορά τις πολιτικές για τα τρόφιμα και την υγεία, όπως υποσχέθηκε σε δηλώσεις του σε πρόσφατη προεκλογική συγκέντρωση, αυτό θα αντιπροσώπευε μια στροφή 180 μοιρών από την αγροδιατροφική ατζέντα της πρώτης του θητείας, η οποία περιελάμβανε την άρση των περιορισμών στα φυτοφάρμακα και άλλων κανονισμών που σχετίζονται με τα τρόφιμα.
Όπως γράφει το Politico, εμπορικές ομάδες που εκπροσωπούν Αμερικανούς αγρότες ασκούν τελευταία πιέσεις προς τον Τραμπ, με αφορμή τη ρητορική του Κένεντι για την αμερικανική γεωργία. Και, φυσικά, τα νέα αυτά δεν μπορεί να είναι καλά ούτε για τα ισχυρά λόμπι των εταιρειών παραγωγής συσκευασμένων τροφίμων, που κάνουν εκτεταμένη χρήση πρόσθετων και άλλων ενοχοποιημένων συστατικών, στα οποία έχει κηρύξει τον πόλεμο ο Κένεντι. Ο χρόνος θα δείξει αν οι ανωτέρω φοβίες των εμπλεκομένων στην αγροδιατροφή επιβεβαιωθούν και σε ποιον βαθμό.
Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί να προβεί σε φοροελαφρύνσεις και να κάμψει τον υψηλό πληθωρισμό, καταδιώκοντας τη λεγόμενη «πράσινη απάτη», όπως ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει τα μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής
Γιατί κέρδισε, τελικά, ο Τραμπ
Πώς φτάσαμε, λοιπόν, στο σημείο οι Αμερικανοί πολίτες να θεωρούν καταλληλότερο να κυβερνήσει τη χώρα τους έναν κατά πολλούς ακροδεξιό λαϊκιστή με βιτριολικό, ρατσιστικό λόγο και… αντισυστημική ατζέντα, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος, ως πολυεκατομμυριούχος επιχειρηματίας με επιφανείς χορηγούς (σ.σ. όπως ο σήμερα πλουσιότερος άνθρωπος στον κόσμο, CEO της Tesla, Έλον Μασκ), εκπροσωπεί ένα μακροχρόνια εδραιωμένο status quo; Και, μάλιστα, να πιστεύουν ότι είναι πιθανότερο να σκύψει εκείνος στα προβλήματά τους, παρά η κατά πολύ πιο συμπεριληπτική από εκείνον και ανεκτική στη διαφορετικότητα Κάμαλα Χάρις;
Η απάντηση ίσως κρύβεται στο γεγονός ότι η όποια ανάκαμψη των οικονομικών δεικτών στις ΗΠΑ το τελευταίο χρονικό διάστημα δεν αποτυπώθηκε ποτέ εμπράκτως στις τσέπες των μικρομεσαίων τάξεων της Αμερικής, οι οποίες επί θητείας Τζο Μπάιντεν βρέθηκαν εκτεθειμένες στις επιπτώσεις της ενεργειακής και της πληθωριστικής κρίσης, μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Οι Αμερικανοί πολίτες, όπως και οι άνθρωποι σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, είδαν το κόστος ζωής τους να εκτινάσσεται στα ύψη. Όπως φαίνεται, οι περισσότεροι ψηφοφόροι πείστηκαν να δώσουν μία δεύτερη ευκαιρία στο σχέδιο του Τραμπ για την οικονομία των ΗΠΑ, ή τουλάχιστον προτίμησαν εκείνον από τη συνέχιση των κοστοβόρων πολιτικών της προηγούμενης τετραετίας, στο πρόσωπο της αντιπροέδρου του Μπάιντεν, Κάμαλα Χάρις. Ας μην ξεχνάμε ότι στην προηγούμενη θητεία του, ο Τραμπ είχε κατηγορηθεί για πρακτικές προστατευτισμού με αφορμή τον «εμπορικό πόλεμο» που ξεκίνησε και τους δασμούς που επέβαλε στις κινεζικές εισαγωγές. Ωστόσο, για ομάδες όπως οι Αμερικανοί αγρότες, αυτή η κίνηση εκλήφθηκε ως μια πρωτοβουλία με σκοπό τη θωράκισή τους από τον αθέμιτο ανταγωνισμό. Αντιθέτως, τώρα, πολλές κοινωνικές ομάδες, όπως και οι αγρότες, βρίσκονται αντιμέτωπες με κατακόρυφα αυξημένα κόστη και οι ευθύνες είναι λογικό να πέφτουν στην απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν/Χάρις.
Όλα αυτά, παρότι στο πλαίσιο των exit polls της 5ης Νοεμβρίου ένα μεγάλο ποσοστό των Αμερικανών δήλωνε ανήσυχο για την κατάσταση της δημοκρατίας στις ΗΠΑ, με νωπές ακόμα τις μνήμες από την επίθεση του τραμπικού όχλου στο αμερικανικό Καπιτώλιο το 2020, αλλά και την απόπειρα δολοφονίας κατά του Ντόναλντ Τραμπ το περασμένο καλοκαίρι, αν και ο τελευταίος έχει κατηγορηθεί ευθέως –και ενδεχομένως όχι αδίκως– ως απειλή για τη δημοκρατία.
Όπως φαίνεται, ο οικονομικός παράγοντας υπερίσχυσε στην τελική κρίση των ψηφοφόρων. Εκτός από την αμφιλεγόμενη και άκρως δαπανηρή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μπάιντεν-Χάρις, κομβικό ρόλο πρέπει να έπαιξε και το –εξίσου κυνικό με αυτό της ακροδεξιάς– πρόσωπο που επέδειξε η απερχόμενη διοίκηση σε διάφορες περιστάσεις, τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων. Ένα πρόσωπο που δεν κατάφερε να κρυφτεί κάτω από τον μανδύα του καλοδεχούμενου προοδευτισμού, καθώς αυτός στιγματίστηκε από την… επιλεκτική κοινωνική ενσυναίσθηση, ενώ δεν επισκιάστηκε ούτε και από τη μισαλλοδοξία, την τοξικότητα και τις λοιπές ακρότητες του πολιτικού αντιπάλου των Δημοκρατικών. Καθοριστικό ρόλο έπαιξαν ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία και ο γενοκτονικός πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα, οι οποίοι άρχισαν και συνεχίστηκαν επί Μπάιντεν-Χάρις, χωρίς καμία διάθεση να τερματιστούν, ως συνέπεια ενός διαχρονικού επεκτατισμού της Δύσης, η οποία έχει παίξει τον δικό της παρασκηνιακό ρόλο στην εκάστοτε κλιμάκωση. Η ρωσοουκρανική σύγκρουση, μάλιστα, η οποία συντηρείται με τις πλάτες των ΗΠΑ-ΕΕ, έχει αποτελέσει, μεταξύ άλλων, την πηγή του οικονομικού βάσανου για τις τσέπες πολλών Αμερικανών και Ευρωπαίων, σε ό,τι αφορά την ακρίβεια.
Με την επιλογή να ρίξουν στην εκλογική μάχη το δεξί χέρι του Μπάιντεν, μετά την απόσυρση του τελευταίου από την εκλογική κούρσα λόγω της εμφανούς αδυναμίας του να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του ρόλου του, οι Δημοκρατικοί έπαιξαν και έχασαν. Επένδυσαν στο λάθος άτομο, δεδομένου ότι το δίδυμο Μπάιντεν-Xάρις είχε αποδειχθεί κατώτερο των περιστάσεων, τροφοδοτώντας με καύσιμο τη μηχανή της «MAGA» προπαγάνδας. Από την άλλη, ο Τραμπ υποσχέθηκε να τερματίσει τους πολέμους. Φυσικά, είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι θα το κάνει (σ.σ. και αν ναι, αν θα το κάνει σωστά ή προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερο όλεθρο), ιδιαίτερα με τα πανίσχυρα συμφέροντα που διακυβεύονται εκεί. Ωστόσο, μάλλον έπεισε περισσότερο σε σύγκριση με τη δοκιμασμένη –και αποτυχημένη σε αυτό– Χάρις. Σε κάθε περίπτωση, η ελπίδα για μια καλύτερη δημοσιονομική διαχείριση αποτυπώνεται και στα ανεβασμένα ποσοστά του επόμενου προέδρου των ΗΠΑ στην αφροαμερικανική και την ισπανόφωνη κοινότητα, κερδίζοντας ψήφους από μειονοτικές ομάδες που μέχρι πρότινος ήταν κάθετα εχθρικές απέναντι σε εκείνον και τον ανοιχτά ρατσιστικό του λόγο. Τα σημεία των καιρών…
Πηγή: www.ypaithros.gr