Ο κομβικός ρόλος του πνευμονολόγου στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ) και γενικότερα στο σύστημα υγείας, αναδεικνύεται στη μελέτη για τις λοιμώξεις του αναπνευστικού, που διενήργησε η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία και αφορούν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Η μελέτη με τίτλο: «Ο Πνευμονολόγος στο επίκεντρο» θα συζητηθεί στο 33ο Πανελλήνιο Πνευμονολογικό Συνέδριο που διοργανώνει η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία (ΕΠΕ) που πραγματοποιείται στις 11-15 Δεκεμβρίου 2024.
Κατά τη διάρκεια των εργασιών του Συνεδρίου θα ανακοινωθούν τα αποτελέσματα μελέτης που διεξήχθη το διάστημα Ιανουάριος–Απρίλιος 2024 και αφορούσε τις λοιμώξεις αναπνευστικού στην ΠΦΥ.
Ο ρόλος του πνευμονολόγου στις μειωμένες νοσηλείες
Όπως εξηγεί ο Πρόεδρος της ΕΠΕ, Καθηγητής Πνευμονολογίας ΕΚΠΑ, Στέλιος Λουκίδης «στη μελέτη συμμετείχαν 28 ιδιώτες Πνευμονολόγοι από όλη τη χώρα. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, στο σύνολο της χώρας 164.641 ασθενείς επισκέφθηκαν ιδιώτη Πνευμονολόγο. Κατά Μ.Ο. 12 ασθενείς επισκέφθηκαν ιδιώτη Πνευμονολόγο ανά ημέρα (για το τρίμηνο της μελέτης). 75.824 ασθενείς διαγνώστηκαν με λοίμωξη αναπνευστικού (46,1%). 34,7% από αυτούς είχαν απλή οξεία βρογχίτιδα, 22,2% είχαν λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού, 16,2% είχαν λοίμωξη με παρόξυνση χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας, 20,5% είχαν λοίμωξη με παρόξυνση άσθματος. Τέλος, 6,4% είχαν διαγνωσμένη ακτινολογικά πνευμονία. Από το σύνολο των λοιμώξεων, 10,5% αφορούσαν γρίπη και 4,5% COVID-19. 37,8% έκαναν εργαστηριακό έλεγχο ενώ 41,3% έκαναν ακτινογραφία θώρακος. 46,6% έλαβαν αντιβίωση. Από τις λοιμώξεις αναπνευστικού 0,78% έκανε νοσηλεία σε νοσοκομείο και 0,11% κατέληξε.
Από τα προαναφερόμενα στοιχεία προκύπτει πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος του Πνευμονολόγου στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας στη διαχείριση των λοιμώξεων του αναπνευστικού καθώς και στην απομείωση της πίεσης στο Σύστημα Υγείας. Η διαχείριση δε όπως φαίνεται, οδήγησε σε πάρα πολύ μικρό αριθμό νοσηλειών και σαφέστατα σε πολύ μικρότερο αριθμό θανάτων».
Υγεία πνευμόνων & ποιότητα αέρα
Σχετικά με την ειδικότητα της Πνευμονολογίας, ο Αντιπρόεδρος της ΕΠΕ Καθηγητής Πνευμονολογίας, Πανεπιστήμιο Κρήτης, Νικόλαος Τζανάκης τόνισε: «Το μεγαλύτερο σύγχρονο πρόβλημα υγείας είναι η ποιότητα και η υγιεινότητα του αέρα που αναπνέουμε. Ο ποιοτικός υγιεινός αέρας σημαίνει την αποφυγή των αναπνευστικών ρύπων των πόλεων ή του εργασιακού μας περιβάλλοντος αλλά και τη σχετική καθαρότητά του από πολλούς θανάσιμους εισπνεόμενους ιούς και μικρόβια, όπως π.χ. ο κορωνοϊός. Η Πνευμονολογία ασχολείται με τα νοσήματα που προκαλούνται από την εισπνοή μολυσμένου αέρα, διαταράσσοντας τη ζωτικότερη λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού, την αναπνοή.
Είναι πρόσφατη η μνήμη του κρίσιμου ρόλου της Πνευμονολογίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19. Στο αντικείμενό της περιλαμβάνονται τα 3 από τα 5 πιο θανατηφόρα νοσήματα της ανθρωπότητας: ΧΑΠ, πνευμονικός καρκίνος και πνευμονίες ».
Εκατομ. άνθρωποι στον κόσμο με ΧΑΠ
Η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) είναι μια νόσος που αφορά περίπου 384 εκατ. ανθρώπους παγκοσμίως, διευκρινίζει η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας ΕΚΠΑ, Ειδική Γραμματέας και Υπεύθυνη Εκπαίδευσης ΕΠΕ, Νικολέττα Ροβίνα.
«Αν και για τη νόσο αυτή υπάρχουν αρκετά διαθέσιμα εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά φάρμακα, πρόκειται για θεραπείες που δρουν ανακουφιστικά για τα συμπτώματά της, χωρίς ωστόσο να παρεμβαίνουν στους μηχανισμούς που διαμεσολαβούν την εκδήλωση, αλλά και την εξέλιξή της. Τέτοιες θεραπείες είναι οι βιολογικοί παράγοντες (μονοκλωνικά αντισώματα), η θέση των οποίων έχει τεκμηριωθεί στο σοβαρό άσθμα μέσα από τις κλινικές μελέτες και την κλινική πράξη». Δεδομένα που δείχνουν πως οι βιολογικοί παράγοντες τροποποιούν τη φλεγμονώδη διαδικασία και τις δομικές αλλαγές που συμβαίνουν στο βρογχικό δένδρο των ασθενών με σοβαρό άσθμα θα ανακοινωθούν για πρώτη φορά παγκοσμίως στο 33ο Πανελλήνιο Πνευμονολογικό Συνέδριο (μελέτη Mesilico, Πνευμονολογική κλινική, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης).
Όπως εξηγεί η κυρία Ροβίνα, στο σοβαρό άσθμα η επιτυχία των θεραπειών αυτών έγκειται στην εξατομίκευση της θεραπείας ταυτοποιώντας θεραπευτικούς φαινότυπους και βιολογικούς δείκτες. Αν και για τη ΧΑΠ δεν υπάρχουν ακόμη εγκεκριμένες βιολογικές θεραπείες, υπάρχουν τουλάχιστον έξι διαφορετικά μονοκλωνικά αντισώματα (Dupilumab, Mepolizumab, Tezepelumab, Itekinimab, Tozorakimab, Astegolimab) που δοκιμάζονται σε κλινικές μελέτες φάσης 3. Οι θεραπείες αυτές αναμένεται να αλλάξουν τον τρόπο αντιμετώπισης της νόσου, ανοίγοντας ένα παράθυρο ελπίδας για τους ασθενείς με ΧΑΠ.
Το καινούριο εμβόλιο κατά του RSV
Στη σημασία του εμβολιασμού αναφέρθηκε η Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Πνευμονολογίας Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Υπεύθυνη Μονάδας Πνευμονολογίας και Αναπνευστικής Ανεπάρκειας Α΄ ΚΕΘ ΓΝΑ «Ευαγγελισμός», Μέλος Δ.Σ. ΕΠΕ, Παρασκευή Κατσαούνου. «Οι οδηγίες για τον εμβολιασμό των ασθενών με αναπνευστικά νοσήματα, συντάχθηκαν από την ΕΠΕ εδώ και δύο έτη και επικαιροποιούνται συνεχώς, καθώς έχουμε σημαντικά αποτελεσματικά καινούργια εμβόλια και νέες ενδείξεις για υπάρχοντα εμβόλια.
Ειδικότερα το καινούργιο εμβόλιο έναντι του RSV συστήθηκε από την ΕΠΕ πέρυσι βάσει ισχυρών δεδομένων νοσηρότητας και θνητότητας από τον ιό στην Ελλάδα. Συγκεκριμένα, την περίοδο 2022-2024 παρουσιάστηκαν 337 σοβαρές λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος στα ΤΕΠ του ΓΝΑ «Ευαγγελισμός» λόγω RSV και 149 εξ αυτών χρειάστηκαν νοσηλεία. Οι περισσότεροι ασθενείς ήταν ηλικίας άνω των 60 ετών και είχαν τουλάχιστον μία συννοσηρότητα (ΧΑΠ, άσθμα, σακχαρώδη διαβήτη, καρδιαγγειακά, κάπνισμα, υπέρταση, ανοσοκαταστολή). 36,5% των νοσηλευόμενων εμφάνισε επιπλοκές (βακτηριακή επιλοίμωξη, σήψη, αναπνευστική ανεπάρκεια, στεφανιαίο ή άλλο καρδιακό επεισόδιο, θρόμβωση, ARDS), 6% χρειάστηκε να εισαχθεί στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και 14,2% κατέληξαν. Η θνησιμότητα ήταν σημαντικά υψηλότερη στους ασθενείς με ΧΑΠ και ακόμη υψηλότερη για εκείνους με συνδυασμό ΧΑΠ και καρδιαγγειακής νόσου».
Από τον Σεπτέμβριο 2024, σύμφωνα με την κυρία Κατσαούνου, το εμβόλιο έναντι του RSV αποζημιώνεται από την Εθνική Επιτροπή Εμβολιασμών για όλους άνω των 75 ετών και όλους τους ασθενείς με συννοσηρότητες άνω των 60, ενώ σύμφωνα με τα έως τώρα δεδομένα φαίνεται ότι θα καλύπτει δύο περιόδους.
«Kαθώς πλέον υπάρχουν δεδομένα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας για άτομα άνω των 18 ετών, η Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία ζητά να αποζημιωθούν ανεξαρτήτως ηλικίας οι ασθενείς με κυστική ίνωση, σοβαρή διάμεση πνευμονοπάθεια και σοβαρή πνευμονική υπέρταση» καταλήγει η κυρία Κατσαούνου.
Πηγή: www.cnn.gr