Ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ (Robert Oppenheimer) ήταν αμερικανός θεωρητικός φυσικός. Υπήρξε μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 20ού αιώνα, καθώς είχε καθοριστική συνεισφορά στην έρευνα και την ανάπτυξη της πρώτης ατομικής βόμβας ως διευθυντής στο εργαστήριο του Λος Άλαμος.
Η σύνδεσή του με ανθρώπους που ανήκαν στο Κομμουνιστικό Κόμμα, συμπεριλαμβανομένης της ερωμένης του Τζιν Τάτλοκ, αποτέλεσε ένα από τα βασικά σημεία αμφισβήτησής του κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου και επηρέασε την καριέρα και τη φήμη του.
Το 2023 επανήλθε στην επικαιρότητα με τη βιογραφική ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν «Οπενχάιμερ» («Oppenheimer»), η οποία κυριάρχησε στα Όσκαρ του 2024.
Ο Τζούλιους Ρόμπερτ Οπενχάιμερ γεννήθηκε στις 22 Απριλίου 1904 στη Νέα Υόρκη, σε μια εύπορη μη θρησκευόμενη εβραϊκή οικογένεια. Ο πατέρας του, Τζούλιους Οπενχάιμερ, μετανάστης από τη Γερμανία, ήταν μεγαλοεισαγωγέας υφασμάτων, ενώ η μητέρα του Έλα Φρίντμαν ζωγράφος.
Οι σπουδές του Οπενχάιμερ σε ΗΠΑ και Ευρώπη
Ο νεαρός Οπενχάιμερ σπούδασε στο Χάρβαρντ, όπου διακρίθηκε στα Λατινικά, τα Ελληνικά, τη Φυσική και τη Χημεία. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του δημοσίευσε μία συλλογή ποιημάτων και μελέτησε ανατολική φιλοσοφία. Αποφοίτησε το 1925 και στη συνέχεια μετέβη στην Αγγλία για να εργαστεί ως ερευνητής στο Εργαστήριο Κάβεντις του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, το οποίο, υπό τη διεύθυνση του νομπελίστα πυρηνικού φυσικού Έρνεστ Ράδερφορντ, είχε αποκτήσει διεθνή φήμη για τις πρωτοποριακές εργασίες του σχετικά με τη μελέτη της δομής του ατόμου.
Έπειτα από πρόσκληση ενός άλλου διαπρεπή και πρωτοπόρου επιστήμονα, του πατέρα της κβαντομηχανικής Μαξ Μπορν, ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο της Γοτίγγης (Γκέτινγκεν) της Γερμανίας, όπου είχε την ευκαιρία να γνωριστεί με κορυφαίους επιστήμονες της εποχής εκείνης, όπως ήταν οι Νιλς Μπορ και Πολ Ντιράκ, υπό την επίβλεψη και την καθοδήγηση του οποίου έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα το 1927.
Έπειτα από σύντομες επισκέψεις στα επιστημονικά κέντρα του Λέιντεν και της Ζυρίχης, επέστρεψε στις ΗΠΑ για να διδάξει Φυσική στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ και στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας.
Το Σχέδιο Μανχάταν και η πρώτη ατομική βόμβα
Το 1939, μετά την εισβολή της Ναζιστικής Γερμανίας στην Πολωνία, που σηματοδότησε την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι φυσικοί Άλμπερτ Αϊνστάιν και Λέο Ζίλαρντ προειδοποίησαν την αμερικανική κυβέρνηση για τον κίνδυνο που διέτρεχε η ανθρωπότητα σε περίπτωση που οι Ναζί κατάφερναν να αναπτύξουν πρώτοι πυρηνικά όπλα. Ο Οπενχάιμερ τότε κλήθηκε να αναζητήσει μια μέθοδο αποχωρισμού του σχάσιμου ισοτόπου του ουρανίου, U-235, από το φυσικό ουράνιο και να προσδιορίσει την κρίσιμη μάζα, που απαιτείται για την ανάπτυξη της ατομικής βόμβας.
Τον Αύγουστο του 1942 ο αμερικανικός στρατός έθεσε σε εφαρμογή το Σχέδιο Μανχάταν για την αξιοποίηση της πυρηνικής ενέργειας για πολεμικούς σκοπούς.
Ο Οπενχάιμερ ανέλαβε την οργάνωση του εγχειρήματος και στη συνέχεια τη διοίκηση ενός εργαστηρίου που θα υποστήριζε το πρόγραμμα. Το 1943 επέλεξε την περιοχή του Λος Άλαμος, κοντά στην πόλη Σάντα Φε της Πολιτείας του Νέου Μεξικού, όπου είχε περάσει ένα μέρος από τα μαθητικά του χρόνια.
Οι συντονισμένες προσπάθειες της ομάδας των επιφανών επιστημόνων του Λος Άλαμος κορυφώθηκαν στις 16 Ιουλίου 1945 με την πρώτη πυρηνική δοκιμή στο Αλαμογκόρντο του Νέου Μεξικού, αμέσως μετά τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους ο Οπενχάιμερ αποχώρησε από αυτή την ομάδα.
Η μεταπολεμική περίοδος και η σύγκρουσή τους με το αμερικάνικο κατεστημένο
Το 1947 τέθηκε επικεφαλής του Ινστιτούτου Προχωρημένων Σπουδών του Πανεπιστημίου του Πρίνστον, ενώ μεταξύ 1947 και 1952 διετέλεσε πρόεδρος της Γενικής Συμβουλευτικής Επιτροπής της Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας, θέση από την οποία αντιτάχθηκε τον Οκτώβριο του 1949 στην ανάπτυξη τής υδρογονοβόμβας.
Στις 21 Δεκεμβρίου του 1952 μία στρατιωτική επιτροπή ασφαλείας εξέδωσε ένα δυσμενές πόρισμα για τον Οπενχάιμερ, κατηγορώντας τον ότι κατά το παρελθόν είχε διασυνδέσεις με κομμουνιστές, ότι καθυστέρησε να κατονομάσει σοβιετικούς πράκτορες και ότι αντιτάχθηκε στην κατασκευή της βόμβας υδρογόνου. Η ανακριτική επιτροπή δεν τον θεώρησε ένοχο για το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας, αλλά του απαγόρευσε να έχει στο εξής πρόσβαση στα στρατιωτικά μυστικά. Έτσι, ακυρώθηκε και η σύμβασή του ως συμβούλου της Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας.
Η Ομοσπονδία Αμερικανών Επιστημόνων αντέδρασε έντονα, καταθέτοντας υπόμνημα διαμαρτυρίας κατά της παραπάνω απόφασης. Ο Οπενχάιμερ έγινε τότε το παγκόσμιο σύμβολο του επιστήμονα, ο οποίος στην προσπάθειά του να αντιμετωπίσει τα ηθικά διλήμματα που ανακύπτουν από μία επιστημονική ανακάλυψη, έρχεται σε αντίθεση με πολιτικά και στρατιωτικά συμφέροντα και γίνεται θύμα μιας άδικης καταδίωξης.
Ο Οπενχάιμερ πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, μελετώντας τη σχέση ανάμεσα στην επιστήμη και την κοινωνία. Μετά την ύφεση του Ψυχρού Πολέμου, το 1963, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον προχώρησε στην αποκατάσταση του Οπενχάιμερ, απονέμοντας σ’ αυτόν το Παράσημο Ενρίκο Φέρμι της Υπηρεσίας Ατομικής Ενέργειας. Το 1966 αποχώρησε από το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον.
Η προσωπική του ζωή και τα διλήμματα
Ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ είχε μία πολύπλοκη προσωπική ζωή, που συνδέεται στενά με τις πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής του. Ήταν παντρεμένος με την Κίτι Πουένιγκ, η οποία είχε ενεργή συμμετοχή στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γερμανίας προτού μεταναστεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ζευγάρι απέκτησε δύο παιδιά, την Κάθριν και τον Πίτερ.
Παρά το γάμο του, ο Οπενχάιμερ παρέμεινε συναισθηματικά δεμένος με την Τζιν Τάτλοκ, μία ψυχίατρο και ενεργό μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η σχέση τους ξεκίνησε πριν από το γάμο του με την Κίτι και συνεχίστηκε περιστασιακά και μετά. Η Τάτλοκ, μια βαθιά ταραγμένη προσωπικότητα, αντιμετώπισε πολλές δυσκολίες στη ζωή της, καταλήγοντας να αφαιρέσει τη ζωή της το 1944, γεγονός που επηρέασε βαθιά τον Οπενχάιμερ.
Δεινός καπνιστής, ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ προσεβλήθη από καρκίνο του λάρυγγα και πέθανε στις 18 Φεβρουαρίου 1967 στο Πρίνστον του Νιού Τζέρσεϊ, σε ηλικία 62 ετών.
Το 2023, η βιογραφική ταινία του Κρίστοφερ Νόλαν «Οπενχάιμερ» («Oppenheimer») έφερε τον Οπενχάιμερ ξανά στο προσκήνιο, παρουσιάζοντας τη ζωή και τις προκλήσεις ενός ανθρώπου που ήρθε αντιμέτωπος με την ηθική της επιστήμης και την πολιτική καταδίωξη. Η κληρονομιά του παραμένει ζωντανή ως υπενθύμιση των διλημμάτων που συνοδεύουν τις μεγάλες επιστημονικές ανακαλύψεις.
Πηγή: www.sansimera.gr